Review | "Καπούτ" και κάτω, έτσι απλά και χάσαμε τον γάτο.
- Ευρυγένης
- 26 Φεβ
- διαβάστηκε 4 λεπτά
Υπάρχει περίπτωση να το έχω παρακάνει με τους τίτλους των άρθρων, I know.
Ένα από τα αγαπημένα μας λημέρια, το Θέατρο Αλκμήνη, φιλοξενεί φέτος την παράσταση "Καπούτ", βασισμένη στο έργο του Aldo Nicolaj "Three on the bench".
Πρωταγωνιστές οι βετεράνοι του θεατρικού σανιδιού κυρία Άννα Παντζέλη, και κύριοι Χάρης Εμμανουήλ και Δημήτρης Πετρόπουλος.

Βρισκόμαστε στην Ιταλία.
Δύο ηλικιωμένοι, ο Λουίτζι και ο Μπόκα, που έχουν αφήσει πίσω τα εβδομήντα και οδεύουν προς τα ογδόντα τους, συναντιούνται τυχαία στο ίδιο παγκάκι και σε λίγα λεπτά διαπιστώνουν πόσο διαφορετική μπορεί να είναι η ζωή αναλόγως τη γωνία που θα τη δεις. Η τρίτη ηλικία γι' αυτούς τους ανθρώπους φαντάζει ιδανική, ακόμα κι αν υπάρχουν μικρά προβληματάκια υγείας.
Οι οικογένειές τους τους αγαπούν, τους φροντίζουν και τους κάνουν όλα τα χατίρια. Γι' αυτούς η τρίτη ηλικία είναι η νεότητα που έχασαν πολεμώντας στα βουνά της Αλβανίας στις αρχές του 1941.
Την παρέα τους έρχεται να αναστατώσει η "περίεργη" κυρία Άμπρα, που ψάχνει απεγνωσμένα τον γάτο της.
Πώς θα συνυπάρξουν σε ένα παγκάκι τρεις εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι;
Θα γίνουν φίλοι ή άσπονδοι εχθροί;
Δεν είναι όμως όλα ρόδινα για τους ανθρώπους που έχουν μπει πλέον στη δύση της ζωής τους, και το ξέρουμε καλά.
Το "Καπούτ" είναι ένα έργο που θα προκαλέσει γέλιο με τα καμώματα και τις παραξενιές των ηλικιωμένων γιατί σε αυτούς θα δούμε να κατοπτρίζονται οι δικοί μας παππούδες.
Δε μένει όμως εκεί.
Η αλήθεια είναι πως τα ευτράπελα των πρωταγωνιστών είναι μικρά διαλείμματα γέλιου που για μερικές φευγαλέες στιγμές μας κάνουν να ξεχάσουμε την επίπονη αλήθεια αυτών των ανθρώπων.
Είναι δύσκολα τα γεράματα φίλοι μου.
Κι όσο τα χρόνια περνάνε, τόσο δυσκολεύουν.
Αυτοί οι άντρες είναι δυο άνθρωποι που έχουν χάσει τις συζύγους τους και πλέον ζουν με τα παιδιά τους.
Κι άνθρωποι αυτής τη γενιάς, όπως επέβαλε η κοινωνία, ζούσαν πάντα (θα το πω) σε βάρος μιας γυναίκας που τους τα ετοίμαζε όλα. Το φαγητό τους, τα ρούχα τους, το μπάνιο τους, ακόμα και τον καφέ τους.
Μια γυναίκα που κάποτε ήταν η μάνα ή η γιαγιά, ίσως η αδερφή τους και μετά ήταν η σύζυγος. Κι αυτά τα λέω έχοντας ρωτήσει τον αρμόδιο. Θα σας τα πω παρακάτω.
Δυστυχώς για τον Μπόκα και τον Λουίτζι, τα πράγματα δεν είναι εύκολα.
Το φαγητό που τους δίνουν είναι μετρημένο.
Το κρασί τους νερωμένο.
Και η παρουσία τους μέσα στο σπίτι;
Σα φαντάσματα που περνάνε από δωμάτιο σε δωμάτιο "μολύνοντας" τον αέρα των παιδιών και των εγγονιών τους.
Η συνταξούλα του παππού όμως είναι καλή, δεν είναι;

Ξαναλέω. Είναι δύσκολα τα γεράματα!
Ο αρμόδιος που προανέφερα, ο παππούς μου, μένει πλέον με τη μάνα μου και δεν είναι 75 ή 85. Νιώθει στον σβέρκο του την ανάσα των 100 και φτου φτου, ακόμα είναι στα πόδια του...
Βλέπει όμως σκιές.
Ακούει μόνο αν φωνάξεις.
Βαδίζει με τους ρυθμούς της οικονομικής ανάπτυξης της Ελλάδας με τα τριάμισι κατοστάρικα που του δίνει για σύνταξη.
Χαχα τι λέω; Ο παππούς όντως περπατάει.
Αργά, με τρεμάμενα γόνατα και το μπαστουνάκι του, αλλά κινείται.
Αν είσαι τυχερός και σε ακούσει όταν τον ρωτήσεις "Τι νέα;", θα σου αποκριθεί αργοσυρτά με τη βραχνή και κουρασμένη φωνή του "Τι νέα να 'χω πιδάκι μ'; Όλο μέσα είμ'. Πουνάν' τα πουδάρια μ', πουνά του κιφάλι μ'..."
Κι όταν λέει "Άντε ν' αποθάνω να ησ'χάσω", σου σκίζεται η ψυχή.
Αν όμως μια στο τόσο ένας υψηλός πυρετός, ένας δυνατός πονοκέφαλος τον "στείλει" δυο βήματα απ' τον θάνατο, τρέμει το φυλλοκάρδι του να μην πεθάνει γιατί όπως λέει κι εκείνος, "Είναι γλυκιά η ζουή αγόρι μ'"
Πώς νιώθει τελικά ένας άνθρωπος αυτής της ηλικίας, και πώς τον βλέπουν τα παιδιά του, οι φροντιστές του;
Δεν ξέρω πώς να απαντήσω.
Μάλλον ο καθένας έχει τη δική του απάντηση.
Η συναισθηματική φόρτιση που μου έχει προκαλέσει το έργο είναι μεγάλη μιας και γνωρίζω από μέσα, αν και είμαι έξω από τον χορό, πώς είναι αυτές οι καταστάσεις.
Θα κάνω μια προσπάθεια να μπω στον επίλογο.
Η όχι και τόσο κωμωδία του Aldo Nicolaj λοιπόν, ακουμπάει τις ψυχές όλων και στο τέλος αφήνει τον θεατή με μια παράξενη γεύση στην άκρη των χειλιών του.
Ίσως λίγο γλυκιά, σαν το σοκολατάκι που μας έδινε κρυφά από τους γονείς μας η γιαγιά.
Ίσως όμως να είναι και λίγο αλμυρή, σαν τα αλμυρά από τα δάκρυα μάγουλα του παππού την ώρα του φιλιού του αποχαιρετισμού, στο τέλος κάθε καλοκαιριού.

Το "Καπουτ" είναι ένα έργο που με κωμικό τρόπο θέλει να μας φέρει στη θέση αυτών των ανθρώπων, των παππούδων μας.
Όσο κι αν μπορεί να μας ενοχλούν οι ηλικιωμένοι, να μας κατακλύζουν με τις παλιομοδίτικες απόψεις τους, να κουβαλάνε πατριαρχικές ιδέες, ρατσισμό, κι όλα αυτά τα κακά που παλεύει η γενιά μας να αφήσει πίσω, δεν παύουν να φέρουν σοφία, ιστορίες που εμείς δε θα βιώσουμε ποτέ και στο τέλος τέλος είναι άνθρωποι που μας αγάπησαν, μας φρόντισαν και τώρα χρειάζονται τη δική μας αγάπη και φροντίδα.
Άλλωστε σε 20-25 χρόνια, οι γονείς μας θα είναι αυτοί, και σε 40 εμείς που θα περιμένουμε ή μάλλον θα ελπίζουμε να μας φροντίσουν οι επόμενοι.
Οι κύριοι Εμμανουήλ και Πετρόπουλος ξέρουν πώς να κάνουν σωστά τη "δουλειά". Θες η προσεγμένη σκηνοθεσία του Γιάννη Διαμαντόπουλου; Θες η μουσική του Διονύση Τσακνή;
Θες η πολυετής εμπειρία; Θες το ταλέντο τους ή η υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη που μπορεί να διαθέτουν; Θες πως καλώς ή κακώς δεν απέχουν και πολύ από τις ηλικίες των χαρακτήρων τους; Θες όλα μαζί;
Ό,τι από τα παραπάνω κι αν είναι, παρέα με την εξαιρετική κυρία Παντζέλη, καταφέρνουν να στιγματίσουν τις ψυχούλες μας.
Μακροσκελής επίλογος, ε; Φιλόλογοι κρίνετε με επιείκεια.
Πάρτε μια βαθιά ανάσα, ντυθείτε καλά και περάστε μια βόλτα από το Θέατρο Αλκμήνη.
Υπέροχες ερμηνείες και γλυκόπικρα συναισθήματα θα σας περιμένουν εκεί.
Καλή θέαση!
Comments